Η 30ή Οκτωβρίου γιορτάζεται σε όλο τον πλανήτη, από τους απανταχού φιλάθλους. Είναι τα γενέθλια ενός ποδοσφαιριστή που χαρακτηρίστηκε μεγαλύτερος όλων αλλά και μεγαλύτερος εχθρός του εαυτού του. Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα συμπληρώνει 55 χρόνια μιας ζωής που ως σειρά, θα χρειαζόταν πολλές σεζόν για να χωρέσει τα πιο σημαντικά.
Υπάρχει εκείνο το γκολ στην Αγγλία, υπάρχει ΕΚΕΙΝΟ το γκολ στην Αγγλία, υπάρχει η φωτογραφία με το Βέλγιο, υπάρχουν τα θαύματα στον αγωνιστικό χώρο με τη Νάπολι, υπάρχει το χατ τρικ επί της Ρίβερ Πλέιτ ως παίκτης της Μπόκα, υπάρχει το ξύλο με την Αθλέτικ Μπιλμπάο που αποτέλεσε το “κύκνειο άσμα” του στην Μπαρτσελόνα, υπάρχει η θητεία του ως προπονητής της εθνικής Αργεντινής, υπάρχει η κοκαΐνη και οι έλεγχοι ντόπινγκ…
Υπάρχουν, όμως, και πάρα πολλές ιστορίες που έχουν επισκιαστεί από όλα τα παραπάνω. Ιστορίες που για άλλους παίκτες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν από μόνες τους έναν μύθο, μία καριέρα. Ιστορίες άγνωστες από τα φτωχικά παιδικά χρόνια, ιστορίες για την καταγωγή του που φτάνουν μέχρι την Ελλάδα, ιστορίες για τις μεθοδεύσεις του όταν ήθελε να πετύχει έναν σκοπό, ιστορίες για τη σχέση του με τη Μαφία, ιστορίες για τα αδέρφια του που έπαιξαν κι αυτοί ποδόσφαιρο, ιστορίες δοσμένες από τον ίδιο με ανατριχιαστικό τρόπο για το πώς βίωσε τον θάνατο στον οποίο βρέθηκε κοντά το 2004 και για το πώς αντιμετώπιζε τις κόρες του όταν ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών.
Η Αργεντινή βίωνε την ευφορία του περονισμού. Οι γονείς του, δεν γνώρισαν την άνετη ζωή. Μη αναγνωρισμένα παιδιά και οι δύο, λόγω περίπλοκων οικογενειακών αποφάσεων, συνηθισμένων στις φτωχογειτονιές της χώρας. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα “Τσιτόρο” πήρε το επώνυμο της μητέρας του, διότι ο δικός του πατέρας δεν τον αναγνώριζε. Η Ντάλμα Σαλβαδόρα Φράνκο, από την πλευρά της, αναγνωρίστηκε από τον πατέρα της, Ατανάνσιο Ραμόν Εδίστο Φράνκο μόνο όταν εκείνη συμπλήρωσε τα 18 της. Μεγάλωσαν μαζί, στην πόλη Εσκίνα, βορειοανατολικά της περιφέρειας Κοριέντες, στις όχθες του ομόνυμου ποταμού, με τα σπίτια τους να απέχουν μόλις 200 μέτρα. Το 1950, ο Δον Ντιέγκο και η Δόνα Τότα αποφάσισαν να μετακομίσουν στο Μπουένος Άιρες, παρασυρόμενοι από τα ελκυστικά διαγγέλματα των Περόν, που με τη σειρά τους είχαν ερωτευτεί μοντέλα συγκέντρωσης στα αστικά κέντρα των Αδόλφου Χίτλερ και Μπενίτο Μουσολίνι.
Ο θάνατος της Έβας Περόν το 1952 και η κοινωνική και ψυχολογική κατάρρευση που επέφερε στη χώρα, οδήγησε σταδιακά σε μία ραγδαία πολιτική αλλαγή σε κυβερνητικό επίπεδο. Τρία χρόνια αργότερα, το στρατιωτικό καθεστώς ανέτρεπε τον Χουάν Περόν και αναλάμβανε τις τύχες του κράτους. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η οικογένεια Μαραντόνα άρχισε να πληθαίνει σε μέλη. Μετά από πέντε κορίτσια, μάλιστα, στις 30 Οκτωβρίου του 1960, στο νοσοκομείο “Policlínico Evita”, είδε το πρώτο φως ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα Φράνκο.
Οι συνθήκες οδήγησαν την οικογένεια σε ακόμα μία μετακόμιση. Η παραγκούπολη Βίλα Φιορίτο, στα νότια προάστια της πρωτεύουσας της Αργεντινής, θα αποτελούσε την πρώτη έδρα στην οποία θα αγωνιζόταν ο Ντιεγκίτο. Αγώνας επιβίωσης, με την πιο κυριολεκτική έννοια που θα μπορούσε να υπάρξει.
Δεν είχε συμπληρώσει καλά καλά τα τρία έτη, όταν ένα βράδυ περπατούσε έξω από το σπίτι της οικογένειας, ένα παράπηγμα με τσίγκους αντί για σκεπές και πλίνθους αντί για τούβλα. Το σκότος που έπνιγε την περιοχή και ένα απρόσεκτο βήμα τον έριξαν μέσα στην γούρνα που η οικογένεια χρησιμοποιούσε ως τουαλέτα. Μικρός το δέμας γαρ, ο Μαραντόνα πάλευε με λάσπες και περιττώματα που τον απειλούσαν με έναν τραγικό πνιγμό. Η φωνή του θείου του Σιρίλο, του ποδοσφαιρικού καμαριού της οικογένειας που είχε στεφθεί πρωταθλητής ως τερματοφύλακας σε τοπική ομάδα της Εσκίνα, ακούστηκε λυτρωτικά στα αυτάκια του ταραγμένου μπόμπιρα: “Ντιεγκίτο, κράτα το κεφάλι σου πάνω από τα σκατά”.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια και η αρχή των πάντων
Μία ατάκα που τότε εξέλαβε μόνο με την κανονική έννοιά της ο Ντιεγκίτο, αλλά που όσο περνούσε ο χρόνος και μεγάλωνε, αντιλαμβανόταν και τη μεταφορική. Η μπάλα που του χάρισε ο ξάδερφός του, Μπέτο Σάρατε, στα τρίτα γενέθλιά του, έγινε το μέσο της εφαρμογής στην προσταγή του θείου του. Με αυτήν έπαιζαν τα αδέρφια Μαραντόνα στο σπίτι, πετώντας την στον τοίχο τα βράδια που έκανε κρύο και αναγκάζονταν να μείνουν μέσα, μη έχοντας ζεστά ρούχα για να αντέξουν.
Φαγητό, πάντως, υπήρχε πάντα, όπως εξιστορεί ο ίδιος ο Μαραντόνα στο ντοκιμαντέρ “Maradona” του διάσημου Σέρβου σκηνοθέτη, Εμίρ Κουστουρίτσα. “Ποτέ δεν έλειψε φαγητό από το τραπέζι γιατί έλειπε συνεχώς ο πατέρα μας”, εξήγησε ο Μαραντόνα για τον Δον Ντιέγκο που σηκωνόταν κάθε πρωί στις 6 για να πάει στο εργοστάσιο δίπλα στον μολυσμένο ποταμό Ριατσουέλο, ο οποίος αποτελούσε το άτυπο διαχωριστικό της πλούσιας με τη φτωχή πλευρά του Μπουένος Άιρες. “Όταν το φαγητό ήταν λίγο και δεν έφτανε, η μητέρα μου προσποιούταν στομαχόπονο”, θυμάται συγκινημένος ο Μαραντόνα για τη μοιρασιά μιας επιπλέον μερίδας σε οκτώ παιδιά, την ώρα που η νοικοκυρά Δόνα Τότα, όπως επέτασσε η καθημερινή ιεροτελεστία, έκοβε βεντούζες στον άντρα της.
“Παρότι δεν είχαμε φως τη νύχτα, παίζαμε μπάλα κι έτσι την ημέρα τα καταφέρναμε πολύ καλύτερα, ήμασταν πολύ πιο γρήγοροι”, εξιστορεί ο Μαραντόνα σχετικά με τη σχέση πάθους που ανέπτυξε με το ποδόσφαιρο. Ο πατέρας του Γκόγιο, ενός παιδιού από την παρέα και γείτονας της οικογένειας Μαραντόνα, είχε πελάτη έναν οδηγό φορτηγού ονόματι Χοσέ Τρότα. Όταν ο Τρότα έμαθε για την παρουσία ενός τόσο σπουδαίου ταλέντου στη γειτονιά, δεν έχασε την ευκαιρία και προσέγγισε τον Δον Ντιέγκο. Παρότι ο τελευταίος είχε στήσει μία μικρή τοπική ομάδα (“Ερυθρός Αστέρας”), δεν αρνήθηκε να ακούσει την πρόταση του Τρότα, που ήθελε να ενημερώσει για τον μικρό Ντιέγκο τον προπονητή της Σεμπολίτσας (“Κρεμμυδάκια”), θυγατρικής της Αρχεντίνος Τζούνιορς (ομάδα πρώτης κατηγορίας τότε).
Ο Τσιτόρο αντιλήφθηκε την ανάγκη του Μαραντόνα να εξερευνήσει το καλύτερο για το μέλλον του και δέχθηκε. Ο προπονητής, Φρανθίσκο Κορνέχο, δέχθηκε να δοκιμάσει τον Μαραντόνα κατόπιν πιέσεων του Γκόγιο και τον Δεκέμβριο του 1968, ο Τρότα μετέφερε με το φορτηγό του τον 8χρονο Ντιεγκίτο στη γειτονιά Πατερνάλ για προπόνηση. “Έμοιαζε να ήρθε από άλλον πλανήτη. Από την αρχή, όταν άγγιξε την μπάλα, την έκανε ότι ήθελε”, θυμάται ο Κορνέχο, ο οποίος εξελίχθηκε σε μέντορα και φίλο του Μαραντόνα, προσφέροντάς του το βήμα για την πρώτη ποδοσφαιρική παράσταση, καθώς και επισκέψεις σε έναν γιατρό αμφιλεγόμενης φήμης, με εξειδίκευση στο χτίσιμο σωμάτων πυγμάχων με ενέσεις και κοκτέιλ φαρμάκων και βιταμινών, ο οποίος εργαζόταν για την ποδοσφαιρική ομάδα Ουρακάν.
Ακολούθησαν επιτυχίες με τη Σεμπολίτας και ένα αήττητο σερί 140 αγώνων που έφερε τον τίτλο του 1972. Παράλληλα, πραγματοποιούσε εμφανίσεις στο ημίχρονο των αγώνων της Αρχεντίνος Τζούνιορς, όπου έκανε κόλπα με την μπάλα στο κέντρο του γηπέδου. Μία τέτοια εμφάνιση έβαλε -έστω κι ανορθόγραφα- το όνομά του για πρώτη φορά στις εφημερίδες, στην “Clarin” της 28ης Σεπτεμβρίου 1971, όπως δημοσιεύει ο Τζίμι Μπερνς στο βιβλίο του “Maradona: Hand of God“.
“Είναι αριστεροπόδαρος, αλλά γνωρίζει πώς να χρησιμοποιεί το δεξί. Ο Ντιέγκο Καραντόνα, 10 ετών, κέρδισε το χειροκρότημα στο ημίχρονο του αγώνα Αρχεντίνος Τζούνιορς – Ιντεπεντιέντε, πραγματοποιώντας κανονική επίδειξη των σπάνιων ικανοτήτων του σε κοντρόλ και ντρίμπλα. Η φανέλα του είναι πολύ μεγάλη και η φράντζα σπάνια του επιτρέπει να δει κανονικά. Μοιάζει σαν να απέδρασε από σκουπιδότοπο. Μπορεί να σταματήσει την μπάλα και μετά να την σηκώσει εύκολα και με τα δύο πόδια. Μοιάζει σαν να γεννήθηκε ποδοσφαιριστής. Δεν φαίνεται να ανήκει στο σήμερα, αλλά ανήκει. Έχει πολύ αργεντίνικη αγάπη για την μπάλα και χάρη σε αυτόν, το ποδόσφαιρο θα συνεχίσει να καλλιεργεί σπουδαίους παίκτες”.
Τα θεμέλια είχαν τοποθετηθεί. Το μεγαλύτερο αγόρι της εικόνας, με τη φωτογραφία του Χουάν Περόν και τον ίδιο να στέκεται δίπλα, έστω και ως κολάζ δύο εικόνων (κορνίζα που διατηρεί μέχρι και τώρα σπίτι του), εκπλήρωσε τις απαιτήσεις της εποχής για το μεγαλύτερο αγόρι μιας οικογένειας, τον άντρα μετά από τον πατέρα. Ο προβιβασμός στην Αρχεντίνος και το ντεμπούτο του σε ηλικία 15 ετών και 355 ημερών ολοκλήρωσε μία περίοδο που ο Μαραντόνα δεν λησμόνησε ποτέ. Αντιθέτως, τον καθοδήγησε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του, είτε με θετικό είτε με αρνητικό τρόπο. Δεν είναι τυχαίο που έκανε 15 χρόνια να επιστρέψει στο πατρικό του. “Δεν ήθελε να χαλάσει την εξιδανικευμένη, περήφανη εικόνα του φτωχού ανθρώπου, ο οποίος πλέον θα τον έβλεπε και θα του ζητούσε λεφτά”, υπογράμμισε ο Κουστουρίτσα που τον συνόδευσε σε αυτό το ιδιαίτερο ταξίδι.
Αποκηρύσσοντας την Μπαρτσελόνα
Από τα 16 του κατάφερνε να γεμίζει γήπεδα της πρώτης κατηγορίας της πατρίδας του. Η φανέλα της Αρχεντίνος Τζούνιορς κάλυπτε το τροφαντό κορμί του για πέντε χρόνια και αυτός την αντάμειψε με 116 γκολ σε 166 εμφανίσεις. Το 1981 ήταν η ώρα να ακούσει την καρδιά του. Αρχικά, αρνήθηκε την πρόταση της Ρίβερ Πλέιτ να τον καταστήσει τον πιο ακριβοπληρωμένο παίκτη της χώρας. Ήταν ήδη παγκόσμιος πρωταθλητής κ-20, οδηγώντας την “αλμπισελέστε” στον τίτλο ως αρχηγός, μετά από το “κόψιμό” του από την ανδρική ομάδα που κατέκτησε το Μουντιάλ του 1978.
Ήταν το πιο λαμπρό αστέρι της χώρας, ωστόσο ήθελε να εκπληρώσει και το όνειρό του, να φορέσει τη φανέλα της λατρεμένης του Μπόκα Τζούνιορς. Στο “Μπομπονέρα” δεν κάθισε πολύ, ούτε δύο χρόνια, ωστόσο κατάφερε να πανηγυρίσει τον πρώτο και μοναδικό τίτλο του εντός των συνόρων, το πρωτάθλημα Metropolitano του 1981. Η φήμη του, όμως, ξεπερνούσε τα σύνορα. Η Μπαρτσελόνα τον “φλέρταρε” εντόνως, ωστόσο ο ηγέτης του στρατιωτικού καθεστώτος, Χόρχε Βιδέλα, δεν επέτρεπε την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης μεταγραφής. Το “άρτος και θεάματα” έβρισκε άριστη εφαρμογή στη χώρα μέχρι τότε και η εξαγωγή του ποιοτικότερου ποδοσφαιρικού προϊόντος δεν έμοιαζε σοφή κίνηση.
Το καθεστώς έπεσε το 1982 και η Μπόκα δεν μπορούσε να αντισταθεί άλλο. Οι Καταλανοί προσέφεραν 4.200.000 ευρώ (χωρίς να υπολογίζεται πληθωρισμός) και έσπασαν το ρεκόρ της πιο ακριβής μεταγραφής της μέχρι τότε ιστορίας. Ο Μαραντόνα βρήκε ξανά τον προπονητή που τον “έκοψε” από την αποστολή του 1978 ως ανώριμο να αναλάβει το φορτίο της φανέλας με το νούμερο 10 που δόθηκε στον Μάριο Κέμπες, αλλά και συνάμα τον προπονητή που του έδωσε τα σκήπτρα της Αργεντινής κ-20 στο Μουντιάλ της Ιαπωνίας και που έκανε το ίδιο και την ανδρική ομάδα στο Μουντιάλ του 1982. Ο λόγος για τον Σέζαρ Λουίς Μενότι, ο οποίος αποχώρησε από την “αλμπισελέστε” μετά από την αποτυχία του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ισπανίας, αλλά παρέμεινε στη χώρα, αναλαμβάνοντας τους “μπλαουγκράνα”.
Ο Μαραντόνα δεν κατάφερε ποτέ να προσαρμοστεί στο κλίμα. Το πολυπληθές περιβάλλον του, τα πρώτα πάρτι μέχρι πρωίας, τα ναρκωτικά που πρωτοδοκίμασε το 1983, έναν χρόνο μετά από μεγάλη καμπάνια εναντίον των ουσιών στην οποία πήρε μέρος, η ηπατίτιδα που κόλλησε και φυσικά ο περίφημος τραυματισμός του από τον “Χασάπη του Μπιλμπάο”, Άντονι Γκοϊκοετσέα, επισκίασαν τα 38 γκολ σε δύο χρόνια (58 αγώνες), ένα εξ αυτών η ασύλληπτη έμπνευση του clasico στο “Σαντιάγο Μπερναμπέου” με αντίπαλο τη Ρεάλ Μαδρίτης ή η αριστοτεχνική λόμπα απέναντι στον Ερυθρό Αστέρα για το Κύπελλο UEFA.
“Ελάτε να με αγκαλιάσετε για να μην ακυρώσει το γκολ”
Το ημερολόγιο έδειχνε 22 Ιουλίου 1986. Η Αργεντινή αντιμετώπιζε την Αγγλία στο “Αζτέκα” και μπροστά σε 114.580 φιλάθλους (αρκετοί εκ των οποίων συνεπλάκησαν πριν από τον αγώνα) είχε μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να πάρει εκδίκηση για την προ τετραετίας έκβαση του πολέμου στα Νησιά Φόκλαντς. Τότε, στη διάρκεια του Μουντιάλ της Ισπανίας, η αποστολή της εθνικής Αργεντινής είχε ταξιδέψει στην Ευρώπη υπό την καλλιεργημένη εκ Χούντας πεποίθηση ότι η χώρα τους κέρδιζε στον πόλεμο. Μόνο όταν έφτασαν στην ιβηρική χερσόνησο και άρχισαν να συναναστρέφονται με άλλον κόσμο, ο Μαραντόνα και η παρέα του συνειδητοποίησαν το μέγεθος της καταστροφής.
Το σοκ του 1982 μετατράπηκε σε κίνητρο και άσβεστη δίψα για νίκη το 1986. Πρώτος από όλους ο ίδιος ο Μαραντόνα, ο οποίος αναζητούσε την πρώτη μεγάλη επιτυχία της καριέρας του, μετά από δύο αποτυχημένα χρόνια στην Μπαρτσελόνα και δύο… διερευνητικά στη Νάπολι.
Στο 51ο λεπτό σημειώθηκε η φάση που περίμενε. Μετά από μία εφόρμηση προς την αντίπαλη περιοχή, πάσαρε στον Χόρχε Βαλδάνο περιμένοντας το ένα δύο. Η μπάλα δεν έφτασε ποτέ στον παρτενέρ του. Αντ’ αυτού, πήγε προς τον Στιβ Χοτζ που επιχείρησε να διώξει, αλλά το μόνο που κατόρθωσε ήταν να τροφοδοτήσει τον Μαραντόνα. Ο ύψους 1,65μ. ποδοσφαιριστής είχε συνεχίσει την κούρσα του προς την περιοχή των Άγγλων έστω κι αν δεν ήταν κάτοχος της μπάλας. Ο Χοτζ του έκανε το… χατήρι και του έβγαλε σέντρα, μόνο που υπήρχε ακόμα ένα εμπόδιο, τα 185 εκατοστά του Πίτερ Σίλτον.
Ο Μαραντόνα πήδηξε και έκανε κίνηση με το κεφάλι, παριστάνοντας ότι βρίσκει την μπάλα, όμως ταυτόχρονα τη χτυπάει με το υψωμένο χέρι του. Αυτή καταλήγει άουτ και όλοι περιμένουν την απόφαση του διαιτητή Αλί μπιν Νασέρ. Όλοι πλην του Μαραντόνα, που δεν είχε αυτήν την πολυτέλεια. Όπως διηγείται και ο ίδιος, ο φόβος του να ακυρωθεί το γκολ ήταν μεγάλος και γι’ αυτό άρχισε να τρέχει προς τις εξέδρες για να πανηγυρίσει, φωνάζοντας ταυτόχρονα στους συμπαίκτες του να τον ακολουθήσουν.
“Τους περίμενα να με αγκαλιάσουν, αλλά κανείς δεν ήρθε”, δήλωσε αρχικά, εξηγώντας γιατί κοίταξε δύο φορές προς το μέρος τους, σπεύδοντας στη γραμμή του πλαγίου. “Τους είπα, ελάτε να με αγκαλιάσετε, γιατί αλλιώς ο διαιτητής δεν θα το επιτρέψει”.
Η συγκλονιστική εξομολόγηση για την κοκαΐνη
Χρήστης κοκαΐνης από το 1983 μέχρι και το 2004, εθισμένος στα χρόνια της Νάπολι, ο Μαραντόνα υπέστη δύο φορές καρδιακό επεισόδιο εξαιτίας υπερβολικής δόσης. Η δεύτερη και πιο σοβαρή φορά, το 2004, μπήκε σε μηχανική υποστήριξη κι έξω από το νοσοκομείο είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες θαυμαστές του για να προσεχθούν. Η κατάσταση ήταν πολύ κρίσιμη, ωστόσο κατάφερε να βγει ζωντανός. Οι επισκέψεις του στην Κούβα για αποτοξίνωση δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα και μετά από το τελευταίο περιστατικό, η οικογένειά του ανέλαβε την κηδεμονία του και του απαγόρεψε να επιστρέψει στην Αβάνα.
Την ίδια περίοδο άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα παχυσαρκίας, με συνέπεια να υποβληθεί σε γαστρικό bypass και για τρεις μήνες να αρκείται σε χυλωμένες τροφές για να χάσει βάρος.
Τον Μάρτιο του 2007 βρέθηκε ξανά στο νοσοκομείο, αυτήν τη φορά με πρόβλημα ηπατίτιδας και κατάχρησης αλκοόλ. Πήρε εξιτήριο, όμως διακομίστηκε ξανά δύο ημέρες μετά, με συνέπεια να αρχίσουν οι φήμες περί θανάτου και οι κόρες του να βγαίνουν σε τηλεοπτικές εκπομπές για διαψεύσεις. Μία ημέρα μετά από το δεύτερο εξιτήριο, ανακοίνωσε ότι σταματάει τις καταχρήσεις και ότι συμπλήρωνε ήδη 2,5 χρόνια μακριά από τα ναρκωτικά.
You must be logged in to post a comment.