Ποιος είναι αυτός ο διάβολος, που σε θολώνει τόσο, ώστε να κακοποιήσεις το εγγόνι σου, το παιδί σου;
Ποια απίστευτη επιρροή διατηρεί πάνω σου, που όταν περάσει η θολούρα, αντί να ομολογήσεις συντετριμμένος, αρνείσαι κάθε εμπλοκή;
Οι γονείς είναι δυνατόν να μην κατάλαβαν; Οι γείτονες; Οι συγγενείς και οι φίλοι;
Τρελαίνεται το μυαλό μου. Δεν μπορώ να κάνω μία λογική σκέψη.
Άκουγα στο ραδιόφωνο ότι ο 77χρονος πάππους – τέρας, που συνελήφθη από την αστυνομία ως ύποπτος για το βιασμό της 9χρονης εγγονής του, δηλώνει αθώος. Και μάλιστα ότι αρνείται οποιαδήποτε ενοχή στην υπόθεση, λέγοντας ότι δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο…
Δεν αντέχω ούτε μία λεπτομέρεια ακόμα. Δεν θέλω να ξέρω από πού είναι, πως το λένε, από ποιο σκοτάδι γεννήθηκε.
Δεν θέλω να ξέρω ακόμα πως είναι να σκορπάς ό,τι ζωντανό υπάρχει στη ζωή σου, δεν ξέρω πως είναι πάνω από τη ζωή σου να αιωρείται ένα τίποτα..
Τα «κλικ» στο Facebook, όπου γίνονται αναρτήσεις τέτοιων θεμάτων σχεδόν καθημερινά, είναι σαν τις κανονικές κραυγές ανθρώπων, που δημοσιοποιούν τη δική τους ετυμηγορία.
Σχολιάζουν παντοιοτρόπως: «Να τον κρεμάσετε», «Να του επιβληθεί η θανατική ποινή», «Να ψοφήσει» και άλλα τέτοια…
Και όμως… Μόλις καταλαγιάσει ο ντόρος και τα φώτα των τηλεοπτικών συνεργείων σβήσουν, ο θυμό μας πάει για ύπνο.
Ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε πως, τελικά, αυτό που συμβαίνει στο σπίτι του γείτονα, μας αφορά; Ότι μας αφορά ο ξυλοδαρμός ενός παιδιού στο απέναντι σπίτι; Πως μας αφορά η σημαδεμένη γυναίκα, που συναντούμε κάθε πρωί στο ασανσέρ του κτιρίου, όπου εργαζόμαστε; Πως μας πέφτει λόγος, για την καταθλιπτική συνάδελφό, που φημολογείται ότι τη δέρνει ο άντρας της;
Η σεξουαλική κακοποίηση της 9χρονης είναι μια είδηση που -σε όλη την αδιανόητη έκτασή της – δεν αφορά κανέναν. Έχει, όμως, όλα τα συστατικά, ώστε να εκτοπίσει από την κορυφή των δελτίων ειδήσεων όλα τα υπόλοιπα θέματα.
Ένα παιδάκι θύμα, ένας παππούς σε ρόλο θύτη, ένας αδελφός και ‘κείνος θύμα και όλοι εμείς που ακριβώς την επόμενη μέρα ξεχνάμε και αναμένουμε αγωνιωδώς για την ιστορία του επόμενου θύματος.
«Το παιδί έκλαιγε και ήταν θλιμμένο». Μπορεί το παιδί να σπάραζε, αλλά το «έκλαιγε» βολεύει καλύτερα.
Μπορεί να είχαμε ακούσει το κλάμα αυτού του παιδιού, μέσα από τους χάρτινους τοίχους της ρουτινιασμένης ψυχής μας, αλλά σιωπήσαμε.
Μπορεί να πέρναγε το κλάμα του από την κλειδαρότρυπα της ανούσιας ζωής μας, αλλά ποιος δεν βαριέται τώρα και που να μπλέκεσαι;
Είμαι σίγουρη πως κάποιος θα άκουσε το κλάμα αυτού παιδιού, αλλά μπορεί να δυνάμωσε τον ήχο της τηλεόρασης για να σκεπάσει το κλάμα του. Να χαμήλωσε τον ήχο της συνείδησης, για να μπορεί να κοιμάται τα βράδια ήσυχος.
Βάζω το χέρι μου στη φωτιά ότι το παιδί αυτό έκλαιγε. Και αν όχι αυτό, ούρλιαζε η ψυχή του από τον πόνο. Δεν το άκουσε κανείς;
Μερικά παιδιά δεν θα σταματήσουν ποτέ αυτό το κλάμα. Ανοίξτε τα αυτιά σας..
Φήμη