“Η κυπριακή νομοθεσία περί συντάξεων, η οποία θέτει σε δυσμενή θέση τους διακινούμενους εργαζομένους σε σχέση με αυτούς οι οποίοι δεν αποχωρούν από την Κύπρο, αντιτίθεται στο δίκαιο της Ένωσης”, έκρινε σήμερα το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο Λουξεμβούργο.
Σύμφωνα με το κείμενο της απόφασης, το οποίο δόθηκε στη δημοσιότητα, η νομοθεσία αυτή “αποθαρρύνει τους εργαζόμενους να αποχωρήσουν από την Κύπρο για να εργασθούν σε άλλο κράτος μέλος”.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι “εφόσον η Κυπριακή Δημοκρατία δεν κατάργησε με αναδρομική ισχύ από την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση (την 1η Μαΐου 2004) τη σχετική με την ηλικία προϋπόθεση, η οποία αποθαρρύνει τους εργαζόμενους να αποχωρήσουν από την Κύπρο για να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος ή σε θεσμικό όργανο της Ένωσης ή σε άλλο διεθνή οργανισμό, διατήρησε σε ισχύ άνιση μεταχείριση μεταξύ των διακινούμενων εργαζομένων και των υπαλλήλων οι οποίοι άσκησαν τη δραστηριότητά τους στην Κύπρο και, κατά συνέπεια, παραβίασε το δίκαιο της Ένωσης.”
Το ΕΚ διαπιστώνει παραπέμπει στη Συνθήκη της ΕΕ, που προβλέπει ότι οι διακινούμενοι εργαζόμενοι “δεν πρέπει να υφίστανται ούτε απώλεια των δικαιωμάτων τους για παροχές κοινωνικής ασφαλίσεως ούτε μείωση του ποσού τους λόγω του γεγονότος ότι έχουν ασκήσει το δικαίωμα για ελεύθερη κυκλοφορία που τους παρέχει η Συνθήκη”.
Καθώς όμως η κυπριακή νομοθεσία “θέτει σε δυσμενή θέση τους διακινούμενους κάτω των 45 ετών εργαζομένους οι οποίοι στην πράξη λαμβάνουν μόνο ένα εφάπαξ και χάνουν τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα”, όπως αναφέρει το δικαστήριο, διαπιστώνεται παράβαση και ως εκ τούτου γίνεται δεκτή η προσφυγή της Κομισιόν.
Η διόρθωση της νομοθεσίας θα πρέπει να γίνει σε συνεννόηση με τις κοινοτικές υπηρεσίες.