Αναπολώ συχνά πυκνά τα χρόνια που οι άνθρωποι κάθονταν στις γειτονιές, στους δρόμους με ανοικτά παράθυρα και πόρτες και δεν είχαν καμιά έννοια, να πέσουν θύματα κλοπής ή εκμετάλλευσης. Αναπολώ τα χρόνια που οι νοικοκυρές ένωναν τις δυνάμεις τους και ζύμωναν ή έφτιαχναν γλυκά και άλλες λιχουδιές και μοσχοβολούσαν οι γειτονιές παντός είδους μυρωδιές.
Αναπολώ τα χρόνια της ελευθερίας, στα οποία τα παιδιά έπαιζαν για ώρες ατελείωτες στις σχολικές αυλές, μη φοβούμενα για βιασμό ή παρενόχληση τους από μεγαλύτερους.
Τα μεγάλα παιδιά πρόσεχαν τα μικρότερα και όλοι ήταν ευτυχισμένοι. Χωρίς πολυτέλειες και χλιδή, παιγνίδια απλά, αυτοδημιούργητα και υγιή, μακριά από κινδύνους του Διαδικτύου.
Σήμερα, Φοβάσαι να πεις καλημέρα στον άγνωστο, διότι θα σε δει με μισό μάτι. Αν σου πει ο άγνωστος καλημέρα πάλι φοβάσαι, μήπως και σου ζητήσει κάτι, ή αν είναι επιτήδειος, ή αν έχει κάποιο σκοπό, όχι κατ’ ανάγκη καλοπροαίρετο.
Φοβάσαι να κάνεις παρατήρηση σε ένα νέο που προκαλεί ηχορύπανση παντός είδους, από μουσικές μέχρι μηχανή μεγάλου κυβισμού, με παραποιημένη εξάτμιση, διότι δεν ξέρεις πως θα αντιδράσει. Αν θα σε εκδικηθεί που τον έκρινες ή ακόμη και που τόλμησες να τον προσβάλεις.
Φοβάσαι να παροτρύνεις το διπλανό να θορυβεί λιγότερο, διότι θα γίνει χειρότερος.
Ξυπνάς το πρωί και ακούς, το λιγότερο για μια ληστεία, μια διάρρηξη, μια κακόβουλη ενέργεια, ένα βιασμό, ένα εμπρησμό, ή ακόμη και μια κακοποίηση ζώου που ανήκει σε κάποιο, ο οποίος για οποιοδήποτε λόγο, μπορεί και ασήμαντο, βρέθηκε στο στόχαστρο.
Οδηγείς στο δρόμο και δεν ξέρεις ποιος αφηρημένος θα σου ανακόψει με αναίδεια την πορεία, δεν προβλέπεις ποιος θα παραβιάσει τους σηματοδότες, με κίνδυνο να καρφωθεί πάνω σου.
Περπατάς στη γειτονιά να πας περίπτερο ή φούρνο και πάλι δε γνωρίζεις από που θα σου έρθει, με όλα ακούς και διαβάζεις κάθε μέτρα στις εφημερίδες. Θα σε ακολουθήσει κάποιος επιτήδειος, θα στην πέσει κανένας τσαντάκιας ή ματάκιας; Ο κύριος που περπατάει δίπλα σου είναι φυσιολογικός ή κανένας παρανοϊκός με φυσιολογική εμφάνιση.
Αναπολώ εκείνα τα χρόνια της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας, διότι μόνο ανάμνηση έμειναν.
Σήμερα οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε κοινωνικές τάξεις, είναι εγκλωβισμένοι στα βάσανα τους, τους φόβους τους, τα υπέρογκα χρέη τους, τα ταμπού της κοινωνίας, τις προβληματικές σχέσεις τους, τον υλισμό τους, την αχορταγία για απόκτηση όλο και περισσοτέρων αγαθών.
Σήμερα δεν ξέρεις σε ποιο στόχαστρο θα βρεθείς… Του ληστή, του βιαστή, του χάκερ, του ζηλιάρη που φθονεί την επιτυχία σου, του κατακτητή ερωτύλου που πόθησε το ταίρι σου, του όποιου κακού σε βλέπει να γελάς και τα παίρνει στο κρανίο;
Ποια φυλακή έχει κάνει χώρο για να εγκλωβίσει χιλιάδες ψυχές;
Ποιος άραγε θα είναι ο νικητής που θα σου ακρωτηριάσει την ευτυχία; Επειδή ναι, κάποιοι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι με τα πολύ λίγα, σε αντίθεση με όλους αυτούς που αναλώνουν όλη τη φαιά ουσία τους στο να προκαλέσουν ζημιά σε κάποιο και να ικανοποιηθεί πρόσκαιρα το εγώ τους, μέχρι να εντοπίσουν το επόμενο θύμα τους και να τροφοδοτήσουν το υπέρμετρο καταστροφικό μένος τους.
Ναι αναπολώ τις σχολικές αυλές, στις οποίες η αθωότητα ήταν αληθινή, η αγνότητα ψυχής αυθεντική και ο άγνωστος καλοπροαίρετος.
Ας προβληματιστούμε όλοι τη μέτρα αυτή της 55ης επετείου της Ανεξαρτησίας του πολύπαθου νησιού μας. Που ήμασταν και που καταντήσαμε.
Χάρυβδη